Αύριο Δευτέρα συνεδριάζει το συμβούλιο εξωτερικών υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο οποίο ως κεντρικό θέμα θα είναι η αντιμετώπιση της τουρκικής προκλητικότητας στη Μεσόγειο και το αν θα ληφθούν κυρώσεις εναντίον της Άγκυρας στο προσεχές συμβούλιο κορυφής των ηγετών της Ευρώπης στις 24 και 25 Σεπτεμβρίου.
Εκτός του θέματος της Τουρκίας, τα θέματα τα οποία θα απασχολήσουν τους Υπουργούς Εξωτερικών θα είναι η κατάσταση στην Κίνα, στη Ρωσία, και στο Λίβανο ενώ αναμένεται να συζητηθεί και το θέμα της Λιβύης και της Λευκορωσίας και οι πρόσφατες εξελίξεις στις δύο αυτές χώρες.
Κατά το συγκεκριμένο συμβούλιο ο Υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας πρόκειται να έχει συνάντηση με τον ειδικό εκπρόσωπο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αρμόδιο για το διάλογο Βελιγραδίου – Πρίστινας και λοιπών περιφερειακών θεμάτων των Βαλκανίων, κ. Μίροσλαβ Λάιτσακ.
Ο Υπ. εξωτερικών σε συνέντευξη που έδωσε στη Ναυτεμπορική χαρακτηρίζει μεν ως θετικό βήμα το ότι Τουρκία δεν εξέδωσε νέα NAVTEX για το Oruc Reis αλλά παράλληλα τονίζει πως δεν είναι νόμιμο η Τουρκία να θέτει ως προϋπόθεση διαλόγου την απεμπόληση κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας μας.
Για τις σχέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την Τουρκία ο κύριος δένδιας δηλώνει πως η απόφαση είναι της τουρκικής ηγεσίας: «Διάλογος με έμπρακτη, ουσιαστική και άμεση αποκλιμάκωση ή κατάλογος κυρώσεων. Στο επερχόμενο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα εξετασθεί προσεκτικά η κατάσταση και θα εξαχθούν συμπεράσματα επί των οποίων θα βασισθούν οι μελλοντικές αποφάσεις».
Για τη Χάγη ο Υπουργός Εξωτερικών διευκρινίζει πως «η προσφυγή στη Χάγη προϋποθέτει ότι τα μέρη θα έχουν υπογράψει συνυποσχετικό για την παραπομπή ενός ζητήματος στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, δηλαδή έχουν συμφωνήσει επί της δικαιοδοσίας του δικαστηρίου και επί του τι ακριβώς θα τεθεί στην κρίση του. Θυμίζω ότι η Τουρκία κάτι τέτοιο δεν το έχει αποδεχθεί, εν αντιθέσει με τη χώρα μας, η οποία έχει δηλώσει την ετοιμότητά της να παραπέμψει το ζήτημα στη Χάγη, αν χρειασθεί. Η διαφορά μας με την Τουρκία αφορά στην οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ και αυτό υπήρξε διαχρονικά το αντικείμενο των διερευνητικών επαφών. Δυστυχώς, διακρίνουμε μια επίμονη προσπάθεια από την Τουρκία να θέσει μονομερώς ζητήματα υπονομεύοντας τις επαφές αυτές προτού καν επανεκκινήσουν. Κάποιος κακόπιστος παρατηρητής θα έλεγε ότι η Τουρκία δείχνει να εστιάζει σε παίγνιο επίρριψης ευθυνών, αντί να εστιάζει στην εξεύρεση ειρηνικών λύσεων. Ελπίζω όμως να μην είναι αυτή η περίπτωση».















